Ο ΜΠΑΓΑΣΑΚΟΣ

ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΩΝ σύντροφοι ή μια πρώτη απόπειρα επικοινωνίας










Τετάρτη 31 Οκτωβρίου 2012






Ο Ελληνισμός ζει ξανά μέρες περίλαμπρες, Τα χαρμόσυνα σαλπίσματα που ακούστηκαν από τη γη των θεών, συγκλόνισαν συθέμελα την ανθρωπότητα αναγκάζοντας την να ανανήψει, να βρει το δρόμο της, και να ακολουθήσει επί τέλους τη φωνή της συνείδησης, τη φωνή, όπως είπε κι ο μέγιστος των φιλοσόφων ο Σωκράτης, του αληθινού Θεού.
Ζούμε στη δραματικότερη, στην ηρωικότερη και την επικότερη εποχή του Νεοελληνικού κόσμου. Από τη δική μας γη ανατέλλει ξανά ένας Ήλιος αστραφτερός, φεγγοβόλος, που το φως του, για μια ακόμα φορά, θα διαλύσει τα σκότη για πάντα ας ελπίζουμε τούτη τη φορά, και θα χαρίσει τη θαλπωρή του στα τυραγνισμένα έμψυχα πλάσματα της γης. Ο στρατός της μικρής σε έκταση, αλλά μεγάλης, άφθαστης και ασύγκριτης σε πνεύμα και ηρωισμό Ελλάδας μας, διαλύει με τη λόγχη του τις στρατιές των βαρβάρων, καθηλώνει τα μηχανικά άρματα, που σκόρπισαν αλλού όλεθρο και τρομάρα, εκμηδενίζει τις μεραρχίες των Κενταύρων, και κάνει πυροτεχνήματα τους χάρτινους αητούς του εχθρού, που φαντάστηκε πως μπορούσε μ' αυτούς να μας τρομοκρατήσει, να μας λυγίσει την πίστη και να μας στερήσει για πάντα τον καταγάλανο ουρανό μας, που είναι η θρησκεία μας, η λατρεία μας, αυτή η ίδια η ζωή μας.
Για δεύτερη φορά τα ελληνικά στρατεύματα  δάμασαν με τον ηρωισμό τους και το πνεύμα της αυτοθυσίας και της αυταπάρνησης τα ατίθασα βουνά της Βορείου Ηπείρου και της Αλβανίας. Η πρώτη ήτανε το 12 και το 13. Ήτανε τότε, που ο ελληνικός στρατός, με αρχηγό τον τότε διάδοχο Κωνσταντίνο, μοιραίο τ' όνομα αυτό για τον Ελληνισμό, κυρίευε τα Γιάννενα, κέρδιζε τη μάχη του Σαρανταπόρου και προχώραγε για το Αργυρόκαστρο, την Κορυτσά και τη Χειμάρρα.
Η δεύτερη είναι η σημερινή. Τη δημιούργησε η 28 Οκτωβρίου. Τα στρατεύματα   μας έδωκαν σάρκα και οστά στο μύθο της μάχης των Λαπιθών και των Κενταύρων, σαρώνοντας τους αληθινά, και τώρα, ακράτητα και περήφανα, δοξασμένα και στεφανωμένα, πορεύονται προς τα χείλια της Αδριατικής θάλασσας.
Βλέπω την ολοκλήρωση των επικών αυτών αγώνων και η καρδιά μου αναγαλλιάζει. Ακούω τους ρυθμούς των παιάνων, τους αλαλαγμούς του πλήθους, τους ήχους των τύμπανων και των σαλπίγγων, και βλέπω τις Ελληνίδες να υποδέχουνται τους νικητάς της Πίνδου στις πολιτείες μας, και να τους ραίνουν με μύρα, με φύλλα ρόδων, και να τους στεφανώνουν με δάφνας.
Ελληνικά χωριά και πολιτείες, σκλαβωμένες από κακή διπλωματική διαμάχη, λευτερωθήκανε. Οι μεγαλύτερες είναι δύο, Η Κορυτσά και το Αργυρόκαστρο,
Εδώ τώρα πρέπει να ρίξουμε μια ματιά στις ιστορικές ρίζες των δύο αυτών πόλεων. Ας αρχίσουμε από την Κορυτσά.
Στα χώματα της πολιτείας αυτής έκανε για κάμποσο καιρό σταθμό ο Κάδμος και η Αρμονία. Οι κάτοικοι πρόσφεραν στο ζεύγος κάθε άνεση και κάθε χαρά, και για να τους τιμήσουν ακόμα περισσότερο και να θυμούνται το πέρασμα τους, ονομάστηκαν κι αυτοί Καδμείοι. Εκεί κοντά, και ακριβώς δίπλα από τη λίμνη Αχρίδα, βρίσκονταν η πολιτεία Βοιοί. Αυτή είναι και η πρώτη πατρίδα των Βοιωτών και των Ευβοέων. Ο σκληρός χρόνος δεν μπόρεσε να τα εξαφανίσει όλα. Αφήκε κάτι, τ' όνομα Έλληνοι σ' ένα μικρό χω­ριό. Στα χώματα κείνα, σύμφωνα με τις παραδόσεις, θάφτηκε ο Ομηρικός Διομήδης, Αυτά όλα δεν είναι φυλετικά παραμύθια. Οι αρχαιολογικές έρευνες, που δεν υπερβάλλουν ποτέ τα πράγματα, απεκάλυψαν πως στα χώματα εκείνα, εις τον 7ον προ Χριστού αιώνα, άκμαζε ο Μυκηναϊκός πολιτισμός.
Η Δηβαρητία, όπως ονομάζονταν τότε η περιοχή της Κορυτσάς, καθώς και η Εορδαία (Δέβολις) άνηκαν στο Μακεδονικό κράτος. Στο βάθος ήτανε η πατρίδα των Ιλλυριών, την οποίαν και αυτός ακόμα ο Στράβων στάθηκε αδύνατο να επισκεφθεί. Τους κατοίκους της τους χαρακτήρισε ως βαρβάρους και δίγλωσσους.
Στο περίφημο στενό του Τσαγκώνι, που το προστατεύει το βουνό Λίβανος (ο κόσμος το ξέρει σήμερα ως Ιβάν), έχουν δοθεί πολύνεκρες μάχες. Εκεί ο Αλέξης Κομνηνός τσάκισε τους Νορμανδούς, καθώς και άλλοι Βυζαντινοί αυτοκράτορες  τους Βουλγάρους. Δυο μεγάλα φρούρια επροστάτευαν τότε το στενό. Όταν ο Φίλιππος της Μακεδονίας κέρδισε έπειτα από σκληρό αγώνα τη χώρα, την ονόμασε «Ελεύθερη Μακεδονία». Αργότερα όμως την ξαναπήραν οι Ιλλυριοί. Αλέξανδρος όμως ο Μέγας έδωκε νέα μάχη και ξαναχάρισε στο κράτος του την «Ελεύθερη Μακεδονία». Ο λαός, που δεν ξεχνάει ποτέ τους ευεργέτες του, θυμάται με συγκίνηση το πέρασμα του μεγάλου αυτοκράτορα, και στις κορφές της Μοράβας δείχνει στους ξένους τα πολεμικά του ταμπούρια. Ακολουθούν άλλοι αγώνες μεταξύ Ρωμαίων και Μακεδόνων. Τους αγώνας αυτούς, που ήτανε ξεχασμένοι από τους δύο λαούς, θέλησε να συνεχίσει ο Μουσσολίνι.
Τ' όνομα Κορυτσά, η πολιτεία το πήρε την εποχή των Σταυροφόρων. Οι κάτοικοι της κατάφυγαν τότε πάνου στις κορφές των βουνών κι έκαναν με τους ντόπιους Κουτσοβλάχους μικρούς συνοικισμούς. Έτσι έζησαν κάμποσα χρόνια, ώσπου σιγά-σιγά βρήκε την πολιτεία νέα ακμή. Μετά το πέσιμο της Βασιλεύουσας, η Κορυτσά προσφέρθηκε ως φέουδο από τον πορθητή Μωάμεθ στο σταυλάρχη του Μιραχώρ. Η Κορυτσά υπήρξε μια από τις λαμπρότερες Μητροπόλεις του οικουμενικού θρόνου.
Στη διπλανή πολιτεία Μοσχόπολη είχεν ιδρυθεί η «Νέα Ακαδήμεια» και το πρώτο μετά την άλωση τυπογραφείο. Στις δύο αυτές πολιτείες καλλιεργηθήκανε τα ελληνικά γράμματα κι από κει οι υπόλοιποι Βαλκανικοί λαοί κληρονόμη­σαν τις φιλελεύθερες Ιδέες.
Κατά την επανάσταση του 1821 πρόσφερε και η Κορυτσά τους μάρτυρας της. Κάμποσοι Κορυτσαίοι κρεμαστήκανε μπρος στην ιερή Μητρόπολη, όταν οι Τούρκοι έμαθαν πως ομάδα νέων είχε κατέβει να προσφέρει τις πολεμικές υπηρεσίες της στο Μωρηά. Γενικά στην πολιτεία αυτή το Εθνικό φρόνημα ήτανε πάντα ανεπτυγμένο. Το φρόνημα αυτό χάρισε στο Γένος μεγάλους ευεργέτας, όπως τον Σίνα, τον Αρσάκη, τον Μπάγκα, το Λιάκτση και τον Παύλο Ατζιά.
Στην εποχή των Μακεδόνικων αγώνων τα ανταρτικά σώματα εύρισκαν στην Κο­ρυτσά ενίσχυση ηθική και υλική, και στα 1906 έπεσε στα χώματα της το πρώτο θύμα των αιματηρών αυτών συγκρούσεων, ο Μητροπολίτης Φώτιος.
Η δεύτερη πολιτεία που κυριεύτηκε κι αυτή από τους Έλληνας, το Αργυρόκαστρο, είναι η πρωτεύουσα της νοτίου Αλβανίας. Οι ιστορικές ρίζες της πολιτείας αυτής δεν μπερδεύουνται με μύθους και με θεούς. Και τούτο γιατί είναι κατά πολύ νεώτερη της Κορυτσάς. Γέννημα κι αυτή των μεγαλοπρεπών Βυζαντινών χρόνων, δοκίμασε από τους πρώτους χρόνους της ίδρυσης της, μέρες ακμής και μεγαλείου. Αυτό μας δείχνουν τα εκκλησιαστικά μνημεία με τον πλούτο τους και το ρυθμό τους. Ιδρύτρια της πόλης παρουσιάζεται ώς την ώρα κάποια Βυζαντινή αρχόντισσα με τ' όνομα Αργύρω. Από τη γυναίκα αυτή, που ως φαίνεται θα 'παιξε σπουδαίο ρόλο, πήρε τ' όνομα της η πολιτεία. Την εποχή της Τουρκοκρατίας ονομάζονταν Ερζερί. Η αλλαγή όμως του ονόματος δεν στάθηκε ικανή να πνίξει τον ελληνισμό της, που κάποτε ακόμα ήταν ένα από τα σπουδαιότερα κέντρα του υπόδουλου ελληνισμού. Φοβερές μέρες οι κάτοικοι του Αργυροκάστρου πέρασαν κατά τον 17ον αιώνα, Η πίεση του δυνάστου γίνηκε τότε ανυπόφορη, και οι κάτοικοι αναγκάστηκαν άλλοι ν' αλλαξοπιστήσουν και άλλοι να εκπατρισθούν. Τότε έφυγε από κει και η οικογένεια Καποδίστρια. Τ' αρχοντικό της φάνταζε ως τα πρόπερσι ακόμα στο Αργυρόκαστρο. Το ίδιο φοβερές ήτανε οι μέρες του Αργυρόκαστρου και επί Αλή Πασά. Και τούτο, γιατί για χρόνια δεν εδεχότανε με κανέναν τρόπο να τον αναγνωρίσει για ηγεμόνα του.
Στο Αργυρόκαστρο λειτούργησαν δύο σχολεία μεγάλα, που έβγαλαν πολλούς γερούς και φωτισμένους άνδρας, όπως το Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Δαμασκηνό, τον Ευρίπου και Αθηνών Γρηγόριο, και τον Κορυτσάς Νεόφυτο. Το πρώτο σκολείο λειτούργησε στα 1622  και το δεύτερο στα 1870.
Κατά την επανάσταση του 1821, όπως και αργότερα στους Μακεδόνικους αγώ­νας, πρωτοστάτησε για να αποχτήσει την ελευθερία του. Τούτο κατορθώθηκε το Μάρτη του 1913, έπειτα από τη νικηφόρο προέλαση του ελληνικού στρατού. Τον ίδιο χρόνο επισκέφτηκε την πόλη ο Βασιλεύς Γεώργιος, τότε διάδοχος του θρόνου. Οι κάτοικοι τον υποδέχτηκαν με έξαλλο ενθουσιασμό και του πρόσφεραν μια ωραία τοποθεσία στη θέση Ψυχικό, για να χτίσει το θερινό του ανάκτορο.
Τον Απρίλη του 1914 ο ελληνικός στρατός αναγκάστηκε να αφήσει το Αργυρόκαστρο, εφαρμόζοντας έτσι πίστα τις αποφάσεις των ισχυρών, που σε μια τους διάσκεψη στο Λονδίνο παραχωρούσαν ολάκαιρη τη Βόρειο Ήπειρο στην Αλβανία.
Οι Αργυροκαστρίτες κάνανε τότε ταραχάς, και με κανέναν τρόπον δε δέχτηκαν να υπαχθούνε κάτω από το Αλβανικό σκήπτρο. Έτσι ανακήρυξαν τη Βόρειο Ήπειρο ως αυτόνομη, και σχηματίστηκε από το Χρηστάκη Ζωγράφο και η πρώτη προσωρινή κυβέρνηση. Αρβανίτες, Έλληνες και Τούρκοι, έρχονταν σε καθημερινάς προστριβάς. Τον Οκτώβρη τον ίδιον χρόνον, και με την έγκριση των Δυνάμεων, ο ελληνικός στρατός την ξαναπήρε με την εντολή να επιβάλει την τάξη. που είχε διασαλευθεί από τις έριδες του Βασιλιά Βηδ και του Εσάτ Πασά. Αργότερα, που η Ιταλία βγήκε στον πόλεμο παρά το πλευρό της Αγγλίας και της Γαλλίας, ζήτησε ως πρώτο αντάλλαγμα την παραχώρηση της Βορείου Ηπείρου στην Αλβανία. Οι Δυνάμεις, που είχαν τότε την ανάγκη της, δέχτηκαν την πρόταση της. κι έτσι το Μάη του 1917, τμήμα Ιταλικού στρατού, με αρχηγό το στρατηγό Μπεντίνι κατάλαβε το Αργυρόκαστρο και την 21 του ίδιου μήνα υψώθηκε για πρώτη φορά στο κάστρο της πόλης η Αλβανική σημαία. Τα πράγματα απόδειξαν πως η Ιταλία είχε τους σκοπούς της. Θέλησε, ακολουθώντας αχνάρια παλιά των προγόνων της, να αναστηλώσει την Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Τα όνειρα αυτά παράσυραν στο δρόμο της καταστροφής ένα ολάκαιρο κράτος. Πώς μπορεί κανείς να ξεχάσει τη μέρα, που ενώ όλη η ανθρωπότητα θλιβότανε για το μαρτύριο του Θεανθρώπου, ένας άξεστος και πρωτόγονος αρχηγός υπεδούλωνε ένα μικρό και ανυπεράσπιστο κράτος; Η θεία όμως δίκη μπορεί κάποτε να βραδύνει, αλλά πάντα φτάνει. Και να που έφτασε τώρα για να τιμωρήσει με το σκληρότερο τρόπο τους παραβάτας των ηθικών νόμων, κείνους που θέλησαν να γυρίσουν αιώνας πίσω την ανθρωπότητα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου