Ο ΜΠΑΓΑΣΑΚΟΣ

ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΩΝ σύντροφοι ή μια πρώτη απόπειρα επικοινωνίας










Τρίτη 28 Οκτωβρίου 2014

Ένα μικρό λογοτεχνικό αφιέρωμα του ΜΠΑΓΑΣΑ στο Έπος του '40.....Δημήτρη Ψαθά "Ο ΝΤΟΥΤΣΕ ΠΡΟΣ ΤΟ ΝΑΠΟΛΕΟΝΤΑ"


Οι ήρωες αγαπημένοι μου σύντροφοι –αλλά κι αυτοί που καθημερινά κάνουν το καθήκον τους- δε χρειάζονται  λόγια βαρύγδουπα. 
Απλά ξοδέψτε λίγες στιγμές απ’ τη καθημερινότητα σας και φέρτε τους στο νου σας.
Όσοι τους ξεχάσατε, θυμηθείτε τους.
Κι όσοι τους θυμάστε, μη τους ξεχάσετε.
Αυτό φτάνει. 
Χρόνια πολλά!!!
Είναι μεγάλη η συγκίνηση που αισθάνονται όλοι οι συμπατριώτες μας, όταν θυμούνται στιγμές απ’ τα μεγαλειώδη γεγονότα του ’40, που επισφράγισαν με ανεξίτηλη δόξα την ιστορική πορεία του Έθνους μας. 

Το Ελληνικό Έθνος αισθάνεται περήφανο για το μεγάλο ΟΧΙ της 28ης Οκτωβρίου του 1940, που αποτέλεσε την αρχή μιας εκστρατείας που όλοι σήμερα την ονομάζουν «Έπος», που κάλυψε ένα ένδοξο μέρος της Ελληνικής ιστορίας και που περιέχει σε αφθονία τα δύο στοιχεία που συνθέτουν -σε γενικές γραμμές- την ιστορία…..τα γεγονότα και το άρωμα της εποχής. Και τα γεγονότα έχουν καταγραφεί από ιστορικούς, ώστε αφενός  να μπορούν οι ενδιαφερόμενοι να «χωθούν» στα βιβλία για  γνώση και εξαγωγή συμπερασμάτων, αλλά και αφετέρου άλλοι μεταγενέστεροι ιστορικοί να μπορούν να τ’ αποκαταστήσουν έστω και αν έχουν περάσει χρόνια πολλά…..αιώνες. Το άρωμα όμως σύντροφοι, όπως κι όσο το αισθάνθηκαν οι πρωταγωνιστές -και στη δικιά μας περίπτωση ολόκληρος ο Ελληνικός λαός- την εποχή των γεγονότων, χάνεται απ’ τον άνεμο του χρόνου, ακόμη και γι αυτούς που τα έζησαν.
Κι είναι αλήθεια ότι το «Έπος του 40», ένα γεγονός ιστορικά απροσδόκητο για όλο το κόσμο, αδικήθηκε κατάφωρα από τα μετέπειτα γεγονότα…..την Κατοχή, την Αντίσταση, τις εκτελέσεις, τα Δεκεμβριανά του ’44, το Συμμοριτοπόλεμο, τη νίκη και την απαράδεκτη συμπεριφορά των νικητών…..γεγονότα γερά, γεγονότα δύσκολα που το σκέπασαν, το σφράγισαν βιαστικά και το κλεισαν στο αρχείο προτού καταλαγιάσει στις μνήμες των Ελλήνων και συνειδητοποιηθεί το μεγαλείο του…..άνοιξε αργότερα, πολύ αργότερα…..όμως άνοιξε γερά!!!, και μας έμαθε με το καλύτερο τρόπο ότι το πάθος για μια ελεύθερη Πατρίδα είναι το πρώτο καθήκον όλων των Ελλήνων.
Έτσι λοιπόν κι εγώ –μπαγάσας άλλωστε- με την ευκαιρία των ημερών –και στηριγμένος σε μια ιδέα του ΛΑΒΥΡΙΝΘΟΥ, τεύχος 28, Οκτώβριος 2005- προτίμησα να τη θυμηθώ μ’ ένα μικρό λογοτεχνικό αφιέρωμα διανθισμένο με τις αφίσες του ΓΕΣ για να τονίσω –αλλά και να νοιώσω- το άρωμα της εποχής.
Τα κείμενα είναι μικρά γραμμένα –από Έλληνες διανοούμενους- εκείνη την εποχή, όταν ο Έλληνας φαντάρος έγραφε σελίδες ανεξίτηλης δόξας και πρωτοφανούς ηρωισμού.


Δημήτρη Ψαθά.....«Ο ΝΤΟΥΤΣΕ ΠΡΟΣ ΤΟ ΝΑΠΟΛΕΟΝΤΑ»

O δημοσιογράφος και θεατρικός συγγραφέας Δημήτρης Ψαθάς γεννήθηκε το 1907 στην Τραπεζούντα του Πόντου…..Μετά τη μικρασιατική καταστροφή εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του κι  από το 1925 εργάστηκε ως δημοσιογράφος σε διάφορες Αθηναϊκές εφημερίδες και περιοδικά και χαρακτηρίστηκε ως ένας από τους κορυφαίους του χρονογραφήματος…..Εμφανίστηκε στα γράμματα το 1937, με τη συλλογή ευθυμογραφημάτων «Η Θέμις έχει κέφια»  και υπήρξε πολυγραφότατος πάντα στο σατιρικό ευθυμογράφημα, με κορυφαία τη «Μαντάμ Σουσού» το 1940…..Το 1940 επίσης εμφανίστηκε και στο θέατρο με την κωμωδία «Το στραβόξυλο», που ανέβηκε από το θίασο του Βασίλη Αργυρόπουλου και γνώρισε μεγάλη επιτυχία. Ακολούθησαν αξέχαστα έργα…..«Φον Δημητράκης», «Μικροί φαρισαίοι», «Ένας βλάκας και μισός», «Η Χαρτοπαίχτρα», «Ξύπνα Βασίλη», που όχι μόνο γνώρισαν τεράστια επιτυχία στη σκηνή αλλά τα περισσότερα μεταφέρθηκαν και στον κινηματογράφο με ανάλογη επιτυχία…..Ο Ψαθάς περιέγραψε με το δικό του μοναδικό τρόπο τη Κατοχή στα βιβλία «Χειμώνας του '41» (1945), «Αντίσταση» (1945) και «Χιούμορ μιας εποχής» (1946)…..Ταξίδεψε στη Γαλλία, στην Αγγλία, στην Αμερική, στη Τουρκία, στην Αίγυπτο και αποτύπωσε τις εντυπώσεις του στα βιβλία «Κάτω από τους Ουρανοξύστες» (1950), «Στη χώρα των μυλόρδων» (1951) και «Παρίσι, Σταμπούλ κι άλλα εύθυμα ταξίδια» (1951), που συνδυάζουν καταπληκτικά δημοσιογραφικά και ευθυμογραφικά στοιχεία με κοινωνικά και πολιτικά σχόλια…..Πέθανε στην Αθήνα στις 13 Νοεμβρίου του 1979.

Καλή ανάγνωση σύντροφοι!!!


Από την «εύθυμον βίβλον» του Ντούτσε αποσπώ το κατωτέρω σπουδαιότατον διπλωματικόν έγγραφον, το οποίον ο μέγας αρχηγός των φασιστών απηύθυνε προς τον αείμνηστον Μεγάλον Ναπολέοντα. Βεβαίως, ο Μέγας Ναπολέων δεν συμβαίνει να βρίσκεται μεταξύ των ζωντανών ανθρώ­πων, αυτό όμως δεν έχει καμμίαν σημασίαν, ο μέγας Ντούτσε έχει ως γνωστόν υπεράνθρωπους ιδιότητας, συνεννοείται με όλα τα μεγάλα πνεύματα και έρχεται εις επαφήν με όλους τους μεγάλους άν­δρας όλων των αιώνων. Τα μέσα τα οποί­α χρησιμοποιεί ο μέγας Ντούτσε διά την επικοινωνίαν του αυτήν δεν είναι γνω­στά. Διότι, όπως είναι πολύ φυσικόν, ο Ντούτσε διατηρεί ζηλοτύπως το μυστι­κόν διά τον εαυτόν του, Εφ' ω και δημο­σιεύω το σπουδαιότατον αυτό έγγραφον χωρίς άλλες εξηγήσεις, τις οποίες, άλ­λωστε, και δεν είμαι εις θέσιν να δωσω. Παρακαλώ, λοιπόν, τον απαιτητικόν αναγνώστην να μην επιμείνει επί του προκει­μένου, ούτε να δείξει μεγάλην περιέργειαν, ελάττωμα ως γνωστόν πολύ κα­κόν.
Ιδού το έγγραφον:
«Παλάτσο Βενέτσια 25 Δεκεμβρίου
Αγαπητέ μου Ναπολέων,
Σκέπτομαι πολλές φορές τι είμαι εγώ και τι είσαι εσύ.
Λοιπόν, εγώ είμαι μεγά­λος και συ είσαι κορόιδο. Σου ζητώ συγγνώμην, αγαπητέ συνάδελφε, δι' αυτόν τον κάπως ρεαλιστικόν χαρακτηρισμόν, αλλά μου αρέσουν πολύ οι επιγραμματι­κοί χαρακτηρισμοί και λόγω της ειλικρί­νειας της γλώσσης μου είναι αδύνατον να μεταχειρισθώ άλλην λέξιν.
Μη θυμώνεις Ναπολέων.
Έχω άφθονα επιχειρήματα δια να σου αποδείξω το ακριβοδίκαιον του επιγράμ­ματος και θα λυπηθώ πολύ εάν το πάρεις κατάκαρδα και στενοχωρηθείς. Τι έκα­νες εσύ εις την ζωήν σου; Μίαν τρύπαν εις το νερό. Ενώ εγώ εδημιούργησα μίαν αυτοκρατορίαν, την οποίαν βαστάζω ε­πάνω εις τους στιβαρούς μου ώμους και κάνω την ανθρωπότητα να τρέμει.
Παρντόν. Είμαι ολίγον αυστηρός. Αλλά η αυστηρότης είναι του χαρακτήρος μου. Εί­μαι βίαιος, ορμητικός, θυελλώδης, καταιγιστικός και λαιλαπώδης. Αν, λοιπόν, με­ταχειρίζομαι κάπως βίαιες εκφράσεις προκειμένου περί του ατόμου σου, σε παρακαλώ να με συγχωρέσεις δεδομέ­νου ότι είμαι σκύλος που υλακτεί και δεν πολυδαγκώνει.
Λοιπόν, έγινες και εσύ ένδοξος. Σύμφωνοι. Αλλά πώς έγινες ένδοξος; Επολέμησες, Επολέμησες ο ίδιος, αυτοπροσώπως, έκανες εκστρατείας, υπέστης κακουχίας, επέρασες αγωνίας, διέτρεξες κινδύνους, επέρασες θάλασσας, υπέστης εξορίας, διέτρεξες όλην την Ευρώπην με την σπάθην εις το χέρι, όρμησες εις τις χιονισμέ­νες στέππες, εταλαιπωρήθης όσον ουδείς άνθρωπος εις τον κόσμον. Μέγα κορόιδο!
Τι εκατάλαβες από την ζωήν σου; Τι απήλαυσες από το μεγαλείον σου; Τι εχάρηκες από την δόξαν σου; Από το Αούστερλιτς έως το Βατερλώ, επέρασες το ιλιγγιώδες αυτό διάστημα ανάμεσα σε στρατιώτες, σε πολέμους, σε μάχας, σε φοβερούς ορυμαγδούς συγκρούσεων, πλάι στο ντουφέκι, στο κανόνι, στην φω­τιά. Το αποτέλεσμα; Εκέρδισες φύλλα δάφνης, αρκετήν δόξαν και τον τίτλον του μεγάλου.
Ενώ εγώ!
Εγώ, ο Ντούτσε;
Εγώ είμαι μέγας, ω μέγα κορόιδο της ιστορίας, χωρίς να υποστώ τίποτε από ό­λα αυτά. Δεν με θαυμάζουν όλοι; Με θαυμάζουν! Δεν με τρέμουν όλοι; Με τρέμουν! Δεν ομιλεί όλη η ανθρωπότης για μένα; Ομιλεί! Δεν φρίττουν όλοι εις την εμφάνισίν μου; Φρίττουν! Δεν έχω την αξιοσύνην να κυβερνήσω την Ευρώπην; Έχω! Δεν εγείρω αξιώσεις να διευθύνω τας τύχας του κόσμου; Εγείρω! Πώς τα κατάφερα όλα αυτά; Εδώ σε θέ­λω! Δεν είμαι μόνον τρομερός. Είμαι και έξυπνος.
Μίαν ημέραν εσκέφθην, θα κυβερνή­σω τον κόσμον. Αλλά για να κυβερνήσω τον κόσμον δεν έχω καμμίαν όρεξιν να ακολουθήσω ούτε το παράδειγμα, ούτε την οδόν που ηκολούθησεν ο συνάδελ­φος μου Μέγας Ναπολέων. Εκείνος ήταν κορόιδο, ενώ εγώ είμαι έξυπνος. Άρα πρέπει να πάρω άλλον δρόμον.
Άκουσε λοιπόν φίλε μου,
Εστάθηκα μπροστά εις έναν καθρέπτην. Εφούσκωσα το στήθος μου. Ετέντωσα το κορμί μου. Ύψωσα το κεφάλι μου ψηλά. Αγρίεψα τα μάτια μου. Έσφι­ξα τα χείλη μου. Έτριξα τα δόντια μου. Και ύστερα άρχισα να βγάζω αφρούς α­πό το στόμα μου. Σε βεβαιώ ότι ήμουν τρομακτικός την θέαν. Εφώναξα αμέσως μερικούς φωτογράφους και με εφωτογράφησαν. Έστειλα τας θυελλώδεις αυτάς φωτογραφίας μου εις τας εφημερί­δας. Είδεν ο λαός μου και είπε, «Μωρέ τούτος είναι Μέγας». Είδαν και οι λαοί άλλων εθνών και είπαν, «Μωρέ τούτος είναι σπουδαίος!»
Ζήτημα εμφανίσεως, πρωτίστως. Τι ή­ταν η δική σου η εμφάνισις, φουκαρά μου Ναπολέων; Αστεία. Εκαθόσουν εκεί με βλέμμα ιλαρόν, εφορούσες εκείνην την αθλίαν περικεφαλαίαν, άφινες ένα τσουλούφι στο μέτωπόν σου και έβαζες και το χέρι σου ανάμεσα στο γιλέκο σου. Αυτό ήταν όλο. Μα είσαι κουτός, φίλε μου και να με συγχωρείς. Με τέτοιαν α­θλίαν εμφάνισίν έπρεπε να υποστείς όλα εκείνα που υπέστης για να αναγνωρι­σθείς μέγας.
Εγώ, έγινα μέγας.
Εγώ, έγινα αρχηγός.
Εγώ, έγινα παγκόσμιος προσωπικότης, μόνον με το θαυμάσιον ύφος μου. Αυτό είναι το μέγα μυστικόν μου. Ετρομοκράτησα ολόκληρον τον κόσμον, συνετάραξα την ανθρωπότητα μόνον μέ μί­αν ασύγκριτον θεατρικήν εμφάνισίν, στο ύψος της οποίας δεν ημπόρεσε φτάσει κανένας ηθοποιός στον κόσμο.
Έκανα όμως και κάτι άλλο. Και αυτό ακριβώς αντίθετον προς εσένα. Εσύ έκα­νες έργα. Μεγάλο κορόιδο! Εγώ έβγαζα λόγους. Αλλά τι λόγους! Λόγους φοβε­ρούς, απερίγραπτους, θυελλώδεις, απει­λητικούς, εναντίον του σύμπαντος. Εκουνούσα τον δάκτυλόν μου και απει­λούσα τας πέντε ηπείρους. Το στόμα μου ήταν ένας Βεζούβιος, από τον οποί­ον εξηκοντίζοντο μύδροι και λάβα. Να! τους επήγαινε όλους!
Τώρα, θα πεις αγαπητέ μου Ναπολέ­ων ότι η δόξα χρειάζεται και αίμα, θυσίαν, ζωήν. Κορόιδο ήμουν να εκθέσω προσωπικώς την ζωήν μου εις κίνδυνον; Ποσώς. Πρώτον εδιάλεξα πάντα τα σί­γουρα. Οι Αιθίοπες, έξαφνα, μου έδιναν μίαν πρώτης τάξεως ευκαιρίαν διά να δοξασθώ. Ρεζιλίκι απεκλείετο να πάθω ε­κεί πέρα. Έστειλα λοιπόν τους γενναίους μου φασίστας, εκαθάρισαν μερικές χι­λιάδες οι Αιθίοπες, ενώ εγώ εφωτογραφιζόμουν στο Παλάτσο Βενέτσια.
-Βίβα Ντούτσε!
-Βίβα Μπενίτο!
-Βίβα Μουσσολίνι!
Επιχείρησις σίγουρη. Ύστερα έστειλα τους ανδρείους μου στην Ισπανίαν. Εκεί, στην Γουαδαλαχάρα, εκαθάρισαν οι Ι­σπανοί μερικές χιλιάδες ακόμα και έτσι εστερέωσα την δόξαν μου. Επιχείρησις ακόμη πιο σίγουρη. Ήλθε κατόπιν η σει­ρά της Αλβανίας. Έστειλα και εκεί μερι­κές χιλιάδες ακόμα και έγινα τρισένδοξος.
Ύστερα ήλθαν τα ζόρικα. Η φωτιά άναψε και ο σύμμαχος μου εβγήκε σε πό­λεμο κατά της Αγγλίας και της Γαλλίας Εδώ έδειξα όλην μου την αφάνταστη κα ασύλληπτη εξυπνάδα. Απέναντι μου πλέ­ον θα ήταν η Αγγλία και κάτι ξέρεις εσύ από ένα τέτοιον κίνδυνον. Και εσύ μεν έ­φαγες τα μούτρα σου επάνω εις τους βράχους και τας ακτάς της Αγγλίας. Εγώ όμως δεν είχα καμμίαν διάθεσιν να πάθω τι παρόμοιον.
Ντούτσε, είπα στον εαυτόν μου. Το νου σου, τα μάτια σου δεκατέσσαρα. Και έκανα το κορόιδο. Διότι δεν ήμουν κορό­ιδο. Άσε να δούμε τι θα γίνει. Και μέχρις ενός σημείου τα κατάφερα περίφημα. Ε­κεί όπου εφάνηκε ότι ο πόλεμος αστραπιαίως έπαιρνε τέλος, εβγήκα και εφώ­ναξα,
-Πόλεμος!
-Πόλεμος;;; ερώτησαν οι Ιταλοί,
-Πόλεμος, είπα εγώ.
Και επολέμησα την Γαλλίαν επί μισή ώρα, αφού προηγουμένως διέταξα τους γενναίους μου να ρίξουν τα γεφύρια των Άλπεων, μήπως και από αστεία η υπόθεσις γίνει σοβαρά και μπλέξω σε κανένα μπελά. Διότι μπορούσαν οι Γάλλοι να ορ­μήσουν και τότε.
Η κακή μου μοίρα ήταν η Ελλάς. Είναι το μόνο ρεζιλίκι που έπαθα, Αλλά δε βαρυέσαι. Σκέπτομαι τώρα ότι με το να καθαρίζουν τους ανθρώπους μου, άλλοτε στην Αιθιοπία, άλλοτε στην Ισπανία, άλ­λοτε στην Αλβανία και άλλοτε στη Λιβύη, λιγοστεύει ο πληθυσμός μου και έτσι λύ­ω θαυμάσια το δημογραφικό πρόβλημα.
Συνοψίζω,
Και εσύ και εγώ εγίναμε μεγάλοι και στο τέλος την εφάγαμε από την Αγγλίαν. Εγώ όμως χωρίς να υποφέρω τίποτε προσωπικώς, ενώ εσύ με τόσας προσω­πικάς ταλαιπωρίας. Ποίος είναι ο έξυ­πνος και ποίος το κορόιδο; Περιμένω επ' αυτού την απάντησίν σου. Και προ πα­ντός περιμένω τιμίως και ειλικρινώς να μου γράψεις ποίαν ιδέαν έχεις για μένα.
Φιλικά
Μπενίτο Μουσσολίνι.»
Εις την επιστολήν αυτήν, ληφθείσαν εις τον άλλον κόσμον αυθημερόν, ο Μέ­γας Ναπολέων απήντησεν ως εξής,
«Αγαπητέ μου Μπενίτο,
Εδιάβασα με πολύ ενδιαφέρον όσα μου έγραφες. Επειδή όμως δεν έχω και­ρόν να σου απαντήσω διά μακρών, έβα­λα να σου απαντήσει επί του ποίαν ιδέαν έχω για σένα ο γραμματεύς μου, στρα­τηγός Καμπρόν.
Με πολλήν εκτίμησιν
Μέγας Ναπολέων».